Τρίτη 29 Νοεμβρίου 2011

Άτιτλο



Όταν έχει φεγγάρι, μεγαλώνουν οι σκιές μες στο σπίτι,
αόρατα χέρια τραβούν τις κουρτίνες,
ένα δάχτυλο αχνό γράφει στη σκόνη του πιάνου
λησμονημένα λόγια - δε θέλω να τ' ακούσω.

Σάββατο 19 Νοεμβρίου 2011

Can you promise me a spring?







     Το θερμόμετρο δείχνει 2 βαθμούς Κελσίου. Το χώμα είναι καλυμένο από δεκάδες φύλλα που το έχουν ντύσει με τον κατακίτρινο μανδύα τους. Η υγρασία πλανάται στον αέρα και δημιουργεί ένα ομιχλώδες πέπλο που με δυσκολία διαπερνάνε οι ακτίνες της λάμπας που τρεμοπαίζει, εκεί στην άκρη του δρόμου, μόνη της, περιμένοντας για κάποιον περαστικό να την ζεστάνει στο πέρασμα του. Το πέπλο, σαν αραχνοϋφαντος ιστός, διαλύεται σε ένα μικρό σημείο από τις θερμές ακτίνες, μα ξαναδημιουργείται εκεί πιο δίπλα, στο σκοτάδι...

     Ένα αυτοκίνητο πλησιάζει σιωπηλά και η λάμπα ελπίζει να κάτσει εκεί, απο κάτω της, για να μπορέσει να έχει μια παρέα σε αυτή τη κρύα νύχτα. Καθώς μειώνει σταδιακά ταχύτητα διαλύει την ισσοροπία και την ησυχία της στιγμής μα δεν σταματάει κάτω απο την λάμπα αλλά εκεί πιο δίπλα, στο σκοτάδι...

     Η μηχανή του σβήνει, τα φώτα κλείνουν. Ησυχία. Στα παράθυρα μικρές σταγόνες υγρασίας στέκονται ακίνητες, σα παρατηρητές αυτής της μικρής στιγμής. Η πόρτα ανοίγει και από μέσα βγαίνει ο οδηγός. Πατάει στα στρωμένα φύλλα, θαρρείς σαν το βασιλιά στο κόκκινο χαλί του. Όμως δεν φοράει στέμα, ούτε είναι κάποιος εκεί να τον υποδεχτεί. Κλείνει την πόρτα και αφού κλειδώσει το αυτοκίνητο στέκεται μερικά δευτερόλεπτα εκεί, στο σκοτάδι... 

     Ντυμένος με βαρύ μπουφάν, κασκόλ, σκούφο και γάντια, αρχίζει να περπατάει αργά, σφίγγοντας τα χέρια στις τσέπες του για να ανταπεξέλθει στο κρύο. Ο ήχος από το περπάτημα του και το θρόισμα των πεσμένων φύλλων χάνεται στην σιωπή της νύχτας. Πλησιάζει αργά μία μαύρη σιδερένια καγκελόπορτα η οποία μοιάζει βουβός φρουρός, έτσι ψηλή και σκοτεινή μπροστά από το κτίσμα που φυλάει. Το γάντι προστατεύει το χέρι του από το να νιώσει το παγωμένο σίδερο να ακουμπάει το δέρμα του καθώς ανοίγει την καγκελόπορτα και εισέρχεται στον χώρο. Μια μαρμαρένια σκάλα τον περιμένει για να τον ανεβάσει εκεί όπου περιμένει να βρεί λίγη ζεστασιά. Τα βήματα του αργά καθώς ανεβαίνει τα σκαλιά και μετά από λίγο βρίσκεται μπροστά από μία ξύλινη πόρτα. Όμως δεν την ανοίγει ακόμα. Γυρίζει και ρίχνει μια τελευταία ματιά στο τοπίο. Το θαμπωμένο από την υγρασία αυτοκίνητο του ίσα που διακρίνεται. Αυτό που μαγνητίζει το βλέμμα του μέσα στη νύχτα είναι η φωτεινή και μοναχική λάμπα, εκεί στην άκρη του δρόμου. Λίγες στιγμές αργότερα ανοίγει την πόρτα και μπαίνει στο σπίτι. Η πόρτα κλείνει καθώς το χέρι του ψάχνει μηχανικά στον τοίχο για να βρεί τον διακόπτη. Με ένα κλικ, το σκοτάδι δίνει τη θέση του στο φως...

Τετάρτη 9 Νοεμβρίου 2011

Ανοίγοντας Φτερά

Ακολουθεί κάτι που έχει γραφτεί πολλά πολλά πολλά χρόνια πριν και έπεσε τυχαία απόψε στα χέρια μου. Είναι λες και βγήκε από το χρονοντούλαπο του παρελθόντος.
Άραγε έχει να πει τίποτα στο παρόν κανενός από όσους διαβάζουν αυτό το blog;
Αν όχι, απλά προσπεράστε το.

Ανοίγοντας Φτερά

Απόψε δε μπορώ να κοιμηθώ
σκουλήκια τρώνε το μυαλό μου
καθώς προσπαθώ να περάσω το κενό
και να βρω τον εαυτό μου.

Γιατί απόψε θα σπάσω τα δεσμά σου
και παράσιτο δε θα' μαι πια
Θα κάψω όσα ήτανε δικά σου
και θα γεννηθώ ξανά.

Έξω ξεκινά να ξημερώνει
και το φως τα φύλλα συναντά.
Μια καινούρια αρχή ζυγώνει
και μου δίνει κάτασπρα φτερά.

Μπορεί να φοβάμαι να πετάξω
μήπως και βρω μπροστά το παρελθόν
όμως εγώ πορεία θα χαράξω
για ένα καταγάλανο παρόν.

Γιατί είμαι τώρα δυνατός
με τις πληγές μου για ασπίδα
και αν έχει κρυφτεί όλο το φως
εγώ θα βρω μια ηλιαχτίδα.

Στη θάλασσα θα περπατήσω
και τα σύννεφα θα κάνω άτια.
Το φεγγάρι στα χέρια θα κρατήσω
και στου ήλιου θα μπω, τα πορφυρά παλάτια.

Γιατί τη μάσκα που φορώ
τώρα πια θα σπάσω
και τη ζωή θα εκδικηθώ
και δε πρόκειται να χάσω... 



Σάββατο 5 Νοεμβρίου 2011

Κυνηγώντας Φαντάσματα


“ Και δε μου καίγεται καρφί
Αν εσύ περνάς και δε μου ξαναμιλάς
Ίσως να ξανάρθεις όταν θα έχω πια
όταν, θα έχω πια χαθεί
κι ή θα μ’ έχουν θάψει, ή θα έχω μα-
ή θα έχω μαραθεί 

Τετάρτη 2 Νοεμβρίου 2011

Γιατί αγαπώ Nick Drake





Life is but a memory
Happened long ago


Τρίτη 1 Νοεμβρίου 2011

a little peace of mind, please


Ένα ακόμα βράδυ και εσύ είσαι χωμένος στην καρέκλα σου. Μπροστά απο τον υπολογιστή και περπατάς αργά στα νυχτερινά ιντερνετικά σοκάκια. Έχεις βάλει μουσική και προσπαθείς να χαθείς στις νότες και στις μελωδίες, στα πρελούδια, τις κόντες και τις μακρόσυρτες συνθέσεις. Ο δίσκος τελειώνει και εσύ δε σταματάς, τον αντικαθιστάς με τον επόμενο. Και οι ώρες περνάνε και ο ένας δίσκος διαδέχεται τον άλλον, το βραδάκι έγινε βαθιά άγρια νύχτα μα εσύ εξακολουθείς – εκεί χωμένος στην καρέκλα, να ακούς και να χαζεύεις την οθόνη.

Το μυαλό σου στροφάρει όπως πάντα. Σκέφτεται, ξερνάει και αναλύει τα πάντα. Πολιτική, οικονομία, σπουδές, πτυχία, μεταπτυχιακά, δουλειά, έρωτες, σεξ, μελαγχολίες, χαρές, τα πάντα. Όλα χορεύουν σε ρυθμούς ροκ-εν-ρολ μέσα στο κεφάλι σου. Το ξέρεις καλά: “Overthinking, overanalyzing separates the body from the mind”, μα συνεχίζεις, ξανά και ξανά να σκέφτεσαι χωρίς τελειωμό. Καταριέσαι που έχεις την απαραίτητη ευαισθησία και κριτική σκέψη να αναλύσεις μέχρι αηδίας και το παραμικρό πράγμα της ζωης σου. Αχ και να σουνα ηλίθιος: “The idiot fearlessly faced the crowd, smiling”. Και τότε δε θα σε ένοιαζε τίποτα. Η άγρια νύχτα έδωσε τη θέση της στις πρώτες πρωινές ώρες και το μαύρο έξω απο το παράθυρο σου έχει αρχίζει να γίνεται το πρώτο μπλέ του πρωινού.

Μιζέρια όλο αυτό; Μπορεί. Στιγμές ευτυχίας; Πολλές.
Το ξέρεις, όταν είσαι έξω με τους φίλους και πίνεις το ζεστό καφέ σου και διαβάζεις την χαζοεναλλακτική free press ξεχνάς τα πάντα. Όπως και όταν βρίσκεσαι στο καναπέ με μπύρες και μερικά σουβλάκια να βλέπεις ταινίες με τον κολητό σου. Όταν βρίσκεσαι πίσω από το τιμόνι με το πόδι στο γκάζι και τη μουσική να παίζει δυνατά η Αθήνα μοιάζει ελκυστική και οι σκοτούρες φαίνεται να εξαφανίζονται. Στιγμές μικρές, στιγμές πολλές. Τότε όλα είναι καλά. Τι γίνεται όμως όταν η αυλαία πέφτει; Τι γίνεται όταν γυρίζεις στο δωμάτιο και στην προσωπική σου μοναξιά; Όταν όλα μένουν κλεισμένα έξω απο το παράθυρο και την ξύλινη σου πόρτα; Η μιζέρια επανέρχεται;

Ίσως. Όχι πάντα. Όταν όμως έρχεται, δε σου χτυπάει την πόρτα, δε σε ρωτάει. Μπαίνει ύπουλα απο τις χαραμάδες και τρυπώνει όταν δεν το περιμένεις. Πιάνεις τον εαυτό σου να νιώθει άδειος και ταυτόχρονα τόσο γεμάτος. Σαν κάτι να σε τρώει και εσύ να θες να ελευθερωθείς. Αναζητάς μια στιγμή ελευθερίας να ξεχάσεις τους προβληματισμούς της καθημερινότητας σου, χωρίς να σκέφτεσαι το παρελθόν, το μέλλον, ούτε καν το ρουτινιάρικο παρόν.

Βάζεις τον τελευταίο δίσκο στο στερεοφωνικό και προγραμματίζεις να κλείσει μετά το πέρας του. Αφήνεις την καρέκλα και χώνεσαι κάτω απο την κουβέρτα με το κεφάλι μες στα μαξιλάρια. Κλείνεις τα μάτια και αφήνεσαι στην μελωδία αυτού που παίζει προσπαθώντας για μια τελευταία φορά να σταματήσεις να σκέφτεσαι και να αφεθείς στην αγκαλιά του μορφέα – όχι γιατί νυστάζεις, απλά για να βρείς αυτή την ελευθερία που σου λείπει απο αυτά τα μιζέρικα βράδια με την ελπίδα οτι αύριο θα ξημερώσει μια καλύτερη μέρα, ή μάλλον θα την διαδεχτεί μια καλύτερη νύχτα.

“Freedom is only a hallucination that waits at the edge of the places you go when you dream”.


Καληνύχτα σας.

Δευτέρα 31 Οκτωβρίου 2011

I miss your stupid face




Well, did you trust your noble dreams
And gentle expectations to the mercy of the night?
The night will always win
The night has darkness on its side
[...]
I tried to clothe your bones with scratches
[...]
I miss your stupid face